Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
τριόρχης
τριοτό
τρίπαις
τρίπαλαι
τριπάλαστος
τρίπαλτος
τριπάνουργος
τριπάχυιος
τρι-
τριπέτηλος
τρίπηχυς
τριπιθήκινος
τρίπλαξ
τριπλασιάζω
τριπλάσιος
τρίπλεθρος
τρίπλευρος
τριπλόος
τριπόδης
τριποδηφορέω
τριπόθητος
View word page
τρίπηχυς
τρίπηχυς τρί-πηχυς, υ, three cubits long or tall, Hdt., Attic
ShortDef
three cubits long
Debugging
Headword:
τρίπηχυς
Headword (normalized):
τρίπηχυς
Headword (normalized/stripped):
τριπηχυς
IDX:
32992
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33031
Key:
tri/phxus
Data
{'content': 'τρίπηχυς\n τρί-πηχυς, υ,\n three cubits long or tall, Hdt., Attic', 'key': 'tri/phxus'}