Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τριηρίτης
τριηροποιός
τριθάλασσος
Τρικάρανος
τρικάρηνος
τρικέφαλος
τρίκλινος
τρίκλωστος
τρικόλωνος
τρικόρυθος
τρικόρυφος
τρικόρωνος
τρίκρανος
τρικυμία
τρίλλιστος
τριλογία
τριλοφία
τριμάκαιρα
τρίμετρος
τρίμηνος
τρῖμμα
View word page
τρικόρυφος
τρικόρυφος τρῐ-κόρῠφος, ον, κορυφή three-topped, Strab.

ShortDef

three-topped

Debugging

Headword:
τρικόρυφος
Headword (normalized):
τρικόρυφος
Headword (normalized/stripped):
τρικορυφος
IDX:
32961
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n33000
Key:
triko/rufos

Data

{'content': 'τρικόρυφος\n τρῐ-κόρῠφος, ον,\n κορυφή\n three-topped, Strab.', 'key': 'triko/rufos'}