Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τριήρης
τριηρικός
τριηρίτης
τριηροποιός
τριθάλασσος
Τρικάρανος
τρικάρηνος
τρικέφαλος
τρίκλινος
τρίκλωστος
τρικόλωνος
τρικόρυθος
τρικόρυφος
τρικόρωνος
τρίκρανος
τρικυμία
τρίλλιστος
τριλογία
τριλοφία
τριμάκαιρα
τρίμετρος
View word page
τρικόλωνος
τρικόλωνος τρῐ-κόλωνος, ον, κολώνη three-hilled, Orac. in Strab.

ShortDef

three-hilled

Debugging

Headword:
τρικόλωνος
Headword (normalized):
τρικόλωνος
Headword (normalized/stripped):
τρικολωνος
IDX:
32959
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32998
Key:
triko/lwnos

Data

{'content': 'τρικόλωνος\n τρῐ-κόλωνος, ον,\n κολώνη\n three-hilled, Orac. in Strab.', 'key': 'triko/lwnos'}