τριηράρχημα
τριηράρχημα
from τριηραρχέω
τριηράρχημα, ατος, τό,
the trierarchʼs crew, Dem.
{
"content": "τριηράρχημα\n from τριηραρχέω\n τριηράρχημα, ατος, τό,\n the trierarchʼs crew, Dem.",
"key": "trihra/rxhma"
}