Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τρίβων
τρίβω
τριγένεια
τριγέρων
τριγίγας
τρίγληνος
τρίγλη
τριγλοφόρος
τρίγλυφος
τριγλώχις
τριγμός
τριγονία
τρίγονος
τριγωνοειδής
τρίγωνος
τρίδουλος
τρίδραχμος
τριέλικτος
τριέμβολος
τριετηρίς
τριέτης
View word page
τριγμός
τριγμός τριγμός, or τρισμός, οῦ, ὁ, τρίζω a scream, squeak, Plut.

ShortDef

a scream, squeak

Debugging

Headword:
τριγμός
Headword (normalized):
τριγμός
Headword (normalized/stripped):
τριγμος
IDX:
32929
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32968
Key:
trigmo/s

Data

{'content': 'τριγμός\n τριγμός, or τρισμός, οῦ, ὁ,\n τρίζω\n a scream, squeak, Plut.', 'key': 'trigmo/s'}