Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τριβώνιον
τρίβων
τρίβω
τριγένεια
τριγέρων
τριγίγας
τρίγληνος
τρίγλη
τριγλοφόρος
τρίγλυφος
τριγλώχις
τριγμός
τριγονία
τρίγονος
τριγωνοειδής
τρίγωνος
τρίδουλος
τρίδραχμος
τριέλικτος
τριέμβολος
τριετηρίς
View word page
τριγλώχις
τριγλώχις τρι-γλώχῑς, ῑνος, ὁ, ἡ, three-barbed, Il.

ShortDef

three-barbed

Debugging

Headword:
τριγλώχις
Headword (normalized):
τριγλώχις
Headword (normalized/stripped):
τριγλωχις
IDX:
32928
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32967
Key:
triglw/xis

Data

{'content': 'τριγλώχις\n τρι-γλώχῑς, ῑνος, ὁ, ἡ,\n three-barbed, Il.', 'key': 'triglw/xis'}