Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τριακονταέτης
τριακοντάζυγος
τριακοντάκις
τριάκοντα
τριακονταρχία
τριακοντάχους
τριακόντορος
τριακοντώρυγος
τριακόσιοι
τριακοσιομέδιμνοι
τριακοσιόχους
τριακοστός
τριακτήρ
τριάζω
τριάρμενος
τριάς
τριβακός
Τριβαλλοί
τριβελής
τριβή
τριβολεκτράπελος
View word page
τριακοσιόχους
τριακοσιόχους τριᾱκοσιό-χους, ουν, bearing three hundredfold, Strab.

ShortDef

bearing three hundredfold

Debugging

Headword:
τριακοσιόχους
Headword (normalized):
τριακοσιόχους
Headword (normalized/stripped):
τριακοσιοχους
IDX:
32904
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32942
Key:
triakosio/xous

Data

{'content': 'τριακοσιόχους\n τριᾱκοσιό-χους, ουν,\n bearing three hundredfold, Strab.', 'key': 'triakosio/xous'}