Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τραγηματίζω
τραγικός
τράγινος
τραγίσκος
τραγοκουρικός
τραγόκτονος
τραγομάσχαλος
τραγόπους
τραγοσκελής
τράγος
τραγοφαγέω
τραγῳδέω
τραγῳδία
τραγῳδικός
τραγῳδιογράφος
τραγῳδοδιδάσκαλος
τραγῳδοποιός
τραγῳδός
τράγω
Τράλλεις
τρανής
View word page
τραγοφαγέω
τραγοφαγέω τρᾰγο-φᾰγέω, fut. -ήσω φᾰγεῖν to eat he-goats, Strab.

ShortDef

to eat he-goats

Debugging

Headword:
τραγοφαγέω
Headword (normalized):
τραγοφαγέω
Headword (normalized/stripped):
τραγοφαγεω
IDX:
32835
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32872
Key:
tragofage/w

Data

{'content': 'τραγοφαγέω\n τρᾰγο-φᾰγέω,\n fut. -ήσω\n φᾰγεῖν\n to eat he-goats, Strab.', 'key': 'tragofage/w'}