Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τοξουλκός
τοξοφορέω
τοξοφόρος
τόπαζος
τοπάζω
τοπάλαι
τόπαρχος
τοπικός
τοπογραφέω
τοπογράφος
τοποθετέω
τοπομαχέω
τόπος
τοπρίν
τορεία
τορεύς
τορευτός
τορεύω
τορέω
τόρμος
τορνευτολυρασπιδοπηγός
View word page
τοποθετέω
τοποθετέω τοπο-θετέω, fut. -ήσω τίθημι to mark the site of a place, Strab.

ShortDef

describe, to mark the site of

Debugging

Headword:
τοποθετέω
Headword (normalized):
τοποθετέω
Headword (normalized/stripped):
τοποθετεω
IDX:
32780
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32817
Key:
topoqete/w

Data

{'content': 'τοποθετέω\n τοπο-θετέω,\n fut. -ήσω\n τίθημι\n to mark the site of a place, Strab.', 'key': 'topoqete/w'}