Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
τιμάοχος
τιμάω
τιμήεις
τίμημα
τιμήορος
τιμή
τίμησις
τιμητεία
τιμητέος
τιμητεύω
τιμητής
τιμητικός
τιμητός
τίμιος
τιμιότης
τιμοκρατία
τιμοκρατικός
τῖμος
τιμωρέω
τιμώρημα
τιμωρητέος
View word page
τιμητής
τιμητής τῑμητής, οῦ, ὁ, τιμάω a valuer, estimater, Plat. at Rome, the censor, who assessed the property of the citizens, Polyb.
ShortDef
a valuer, estimater; Roman censor
Debugging
Headword:
τιμητής
Headword (normalized):
τιμητής
Headword (normalized/stripped):
τιμητης
IDX:
32647
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32684
Key:
timhth/s
Data
{'content': 'τιμητής\n τῑμητής, οῦ, ὁ,\n τιμάω\n a valuer, estimater, Plat.\n at Rome, the censor, who assessed the property of the citizens, Polyb.', 'key': 'timhth/s'}