Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τήνελλα
τηνικάδε
τηνίκα
τηνικαῦτα
τηνόθι
τῆνος
τηνῶθεν
τηνῶ
τηξιμελής
τῆ
τῇ
τηρέω
τήρησις
τηρητέος
τηρός
τητάομαι
τῆτες
τηΰσιος
τιάρα
τιαροειδής
τίγρις
View word page
τῇ
τῇ dat. fem. of ὁ like ταύτῃ, here, there, Hom.

ShortDef

here, there

Debugging

Headword:
τῇ
Headword (normalized):
τῇ
Headword (normalized/stripped):
τη
IDX:
32605
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32642
Key:
th=|

Data

{'content': 'τῇ\n dat. fem. of ὁ\n like ταύτῃ, here, there, Hom.', 'key': 'th=|'}