Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τεχνητός
τεχνικός
τεχνίον
τεχνίτης
τεχνῖτις
τεχνολογέω
τεχνολόγος
τεχνοσύνα
τεχνύδριον
τέως
τῇδε
τήθη
τηθίς
τῆθος
Τηθύς
τηκεδών
τηκτός
τήκω
τηλαυγής
τηλεβόλος
τηλέγονος
View word page
τῇδε
τῇδε dat. fem. of ὅδε, as adv. here, thus, Hom.

ShortDef

here, thus

Debugging

Headword:
τῇδε
Headword (normalized):
τῇδε
Headword (normalized/stripped):
τηδε
IDX:
32549
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32586
Key:
th=|de

Data

{'content': 'τῇδε\n dat. fem. of ὅδε, as adv.\n here, thus, Hom.', 'key': 'th=|de'}