Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀντιλάμπω
ἀντιλέγω
ἀντιλεκτέος
ἀντίλεκτος
ἀντιλέων
ἀντίληξις
ἀντιληπτέος
ἀντίληψις
ἀντιλογέω
ἀντιλογία
ἀντιλογίζομαι
ἀντιλογικός
ἀντίλογος
ἀντιλοιδορέω
ἀντιλυπέω
ἀντίλυρος
ἀντίλυτρον
ἀντιμαίνομαι
ἀντιμανθάνω
ἀντιμαρτυρέω
ἀντιμαρτύρομαι
View word page
ἀντιλογίζομαι
ἀντιλογίζομαι Dep. to count up or calculate on the other hand, Xen.
ShortDef
to count up
Debugging
Headword:
ἀντιλογίζομαι
Headword (normalized):
ἀντιλογίζομαι
Headword (normalized/stripped):
αντιλογιζομαι
IDX:
3257
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3258
Key:
a)ntilogi/zomai
Data
{'content': 'ἀντιλογίζομαι\n Dep. to count up or calculate on the other hand, Xen.', 'key': 'a)ntilogi/zomai'}