Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τετράρρυμος
τετραρχέω
τετράρχης
τετραρχία
τετρασκελής
τετράς
τετραστάδιος
τετράσχοινος
τέτρατος
τετράτρυφος
τετραφάληρος
τετράφυλος
τέτραχα
τετραχθά
τετράχοος
τετράχυτρος
τετρεμαίνω
τετρήμερος
τετρήρης
τετρόργυιος
τετρώβολον
View word page
τετραφάληρος
τετραφάληρος τετρᾰ-φάληρος (φᾰ), ον, epith. of a helmet, prob. with four crests or plumes, Il.

ShortDef

with four crests

Debugging

Headword:
τετραφάληρος
Headword (normalized):
τετραφάληρος
Headword (normalized/stripped):
τετραφαληρος
IDX:
32496
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32533
Key:
tetrafa/lhros

Data

{'content': 'τετραφάληρος\n τετρᾰ-φάληρος (φᾰ), ον,\n epith. of a helmet, prob. with four crests or plumes, Il.', 'key': 'tetrafa/lhros'}