Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τετρακαιδεκαέτης
τετράκερως
τετρακισμύριοι
τετράκις
τετρακισχίλιοι
τετράκλινος
τετράκνημος
τετρακόρυμβος
τετρακόσιοι
τετράκυκλος
τετρακωμία
τετραλογία
τετράμετρος
τετράμηνος
τετραμοιρία
τετράμοιρος
τέτραξ
τετραορία
τετράορος
τετραπάλαστος
τετράπηχυς
View word page
τετρακωμία
τετρακωμία τετρᾰ-κωμία, ἡ, κώμη a union of four villages, Strab.

ShortDef

a union of four villages

Debugging

Headword:
τετρακωμία
Headword (normalized):
τετρακωμία
Headword (normalized/stripped):
τετρακωμια
IDX:
32462
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32499
Key:
tetrakwmi/a

Data

{'content': 'τετρακωμία\n τετρᾰ-κωμία, ἡ,\n κώμη\n a union of four villages, Strab.', 'key': 'tetrakwmi/a'}