Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τέταρτος
τετευχῆσθαι
τετίημαι
τέτμον
τετολμηκότως
τετραβάμων
τετραγλώχις
τετράγυος
τετραγωνίζω
τετραγωνοπρόσωπος
τετράγωνος
τετράδιον
τετράδραχμον
τετραέλικτος
τετραένης
τετραετής
τετραετία
τετράζυγος
τετραθέλυμνος
τετραίνω
τετρακαιδεκαέτης
View word page
τετράγωνος
τετράγωνος τετρά-γωνος (ᾰ), ον, γωνία with four equal angles, rectangular or square, Lat. quadratus, Hdt.; δοκοί τ. squared beams, Thuc.:— τετράγωνον, ου, a square, Plat.: a body of men drawn up in square, Lat. agmen quadratum, Xen. τ. ἀριθμός a square number, i. e. a number multiplied into itself, Plat. metaph. square, i. e. perfect, Simon. ap. Plat.

ShortDef

with four equal angles, rectangular

Debugging

Headword:
τετράγωνος
Headword (normalized):
τετράγωνος
Headword (normalized/stripped):
τετραγωνος
IDX:
32442
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32479
Key:
tetra/gwnos

Data

{'content': 'τετράγωνος\n τετρά-γωνος (ᾰ), ον,\n γωνία\n with four equal angles, rectangular or square, Lat. quadratus, Hdt.; δοκοί τ. squared beams, Thuc.:— τετράγωνον, ου, a square, Plat.: a body of men drawn up in square, Lat. agmen quadratum, Xen.\n τ. ἀριθμός a square number, i. e. a number multiplied into itself, Plat.\n metaph. square, i. e. perfect, Simon. ap. Plat.', 'key': 'tetra/gwnos'}