Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τετανόθριξ
τετανός
τεταραγμένως
τεταρταῖος
τεταρτημόριον
τέταρτος
τετευχῆσθαι
τετίημαι
τέτμον
τετολμηκότως
τετραβάμων
τετραγλώχις
τετράγυος
τετραγωνίζω
τετραγωνοπρόσωπος
τετράγωνος
τετράδιον
τετράδραχμον
τετραέλικτος
τετραένης
τετραετής
View word page
τετραβάμων
τετραβάμων τετρᾰ-_βάμων, ον, βαίνω four-footed, Eur.; τ. χηλαί, ψάλια the hoofs, trappings of horses, Eur.; τετραβάμοσι γυίοις in the shape of a quadruped, Eur.

ShortDef

four-footed

Debugging

Headword:
τετραβάμων
Headword (normalized):
τετραβάμων
Headword (normalized/stripped):
τετραβαμων
IDX:
32437
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32474
Key:
tetraba/mwn

Data

{'content': 'τετραβάμων\n τετρᾰ-_βάμων, ον,\n βαίνω\n four-footed, Eur.; τ. χηλαί, ψάλια the hoofs, trappings of horses, Eur.; τετραβάμοσι γυίοις in the shape of a quadruped, Eur.', 'key': 'tetraba/mwn'}