τεταρταῖος
τεταρταῖος, α, ον
on the fourth day, τ. γενέσθαι to be four days dead, Hdt.; ἀφικνεῖσθαι τεταρταίους Plat.
τ. πυρετός a quartan fever, Plat.
{'content': 'τεταρταῖος\n τεταρταῖος, α, ον\n on the fourth day, τ. γενέσθαι to be four days dead, Hdt.; ἀφικνεῖσθαι τεταρταίους Plat.\n τ. πυρετός a quartan fever, Plat.', 'key': 'tetartai=os'}