Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
τέρψις
Τερψιχόρη
τερψίχορος
τεσσαράβοιος
τεσσαρακαιδεκάδωρος
τεσσαρακονταετής
τεσσαράκοντα
τεσσαρακοντόργυιος
τεσσαρακοντούτης
τεσσαρακοστός
τεσσαρεσκαίδεκα
τεσσαρεσκαιδέκατος
τεσσαρεσκαιδεκέτης
τέσσαρες
τεταγμένως
τεταγών
τετανόθριξ
τετανός
τεταραγμένως
τεταρταῖος
τεταρτημόριον
View word page
τεσσαρεσκαίδεκα
τεσσαρεσκαίδεκα fourteen, Lat. quatuordecim, the first part remaining unaltered with a neut. Subst., as, τεσσερεσκαίδεκα ἔτη Hdt.
ShortDef
fourteen
Debugging
Headword:
τεσσαρεσκαίδεκα
Headword (normalized):
τεσσαρεσκαίδεκα
Headword (normalized/stripped):
τεσσαρεσκαιδεκα
IDX:
32421
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32458
Key:
tessareskai/deka
Data
{'content': 'τεσσαρεσκαίδεκα\n fourteen, Lat. quatuordecim, the first part remaining unaltered with a neut. Subst., as, τεσσερεσκαίδεκα ἔτη Hdt.', 'key': 'tessareskai/deka'}