Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τέρθριος
τέρθρον
τέρμα
Τερμέρειον
τερμίνθινος
τέρμινθος
τερμιόεις
τέρμιος
τερμόνιος
τέρμων
Τερπιάδης
τερπικέραυνος
τερπνός
τερπωλή
τέρπω
τερσαίνω
τέρσομαι
τερψίμβροτος
τερψίνοος
τέρψις
Τερψιχόρη
View word page
Τερπιάδης
Τερπιάδης Τερπιάδης, ου, ὁ, τέρπω son of delight, name of the minstrel Phemius, Od.

ShortDef

son of delight

Debugging

Headword:
Τερπιάδης
Headword (normalized):
τερπιάδης
Headword (normalized/stripped):
τερπιαδης
IDX:
32402
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32439
Key:
*terpia/dhs

Data

{'content': 'Τερπιάδης\n Τερπιάδης, ου, ὁ,\n τέρπω\n son of delight, name of the minstrel Phemius, Od.', 'key': '*terpia/dhs'}