Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

τεκτονία
τεκτονικός
τεκτοσύνη
τέκτων
τελαμών
τελέθω
τέλειος
τελειόω
τελείωσις
τελειωτής
τελεόμηνος
Τελέοντες
τελεσιούργημα
τελεσιουργός
τέλεσμα
τελεσσιδώτειρα
τελεσσίφρων
τελεστήριον
τελεστικός
τελέστωρ
τελεσφορέω
View word page
τελεόμηνος
τελεόμηνος τελεό-μηνος, ον, μήν with full complement of months, τ. ἄροτος, i. e. a full twelvemonth, Soph.

ShortDef

with full complement of months

Debugging

Headword:
τελεόμηνος
Headword (normalized):
τελεόμηνος
Headword (normalized/stripped):
τελεομηνος
IDX:
32322
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32359
Key:
teleo/mhnos

Data

{'content': 'τελεόμηνος\n τελεό-μηνος, ον,\n μήν\n with full complement of months, τ. ἄροτος, i. e. a full twelvemonth, Soph.', 'key': 'teleo/mhnos'}