Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
τεκμηριώδης
τεκνίον
τεκνογονέω
τεκνογονία
τεκνογόνος
τεκνοκτόνος
τεκνολέτειρα
τέκνον
τεκνοποιέω
τεκνοποιητικός
τεκνοποιία
τεκνόποινος
τεκνοποιός
τεκνοσπορία
τεκνοῦς
τεκνοφάγος
τεκνοφαγία
τεκνοφονέω
τεκνοφόνος
τεκνόω
τέκνωσις
View word page
τεκνοποιία
τεκνοποιία τεκνοποιΐα, ἡ, production of children, Xen.,
ShortDef
production of children
Debugging
Headword:
τεκνοποιία
Headword (normalized):
τεκνοποιία
Headword (normalized/stripped):
τεκνοποιια
IDX:
32298
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32335
Key:
teknopoii/a
Data
{'content': 'τεκνοποιία\n τεκνοποιΐα, ἡ,\n production of children, Xen.,', 'key': 'teknopoii/a'}