Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀντίκειμαι
ἀντικελεύω
ἀντίκεντρον
ἀντικηδεύω
ἀντικηρύσσω
ἀντικλάζω
ἀντικλαίω
ἀντικνήμιον
ἀντικολάζω
ἀντικολακεύω
ἀντικομίζω
ἀντικομπάζω
ἀντικόπτω
ἀντικορύσσομαι
ἀντικρατέω
ἀντίκρουσις
ἀντικρούω
ἀντικρύ
ἄντικρυς
ἀντικτόνος
ἀντικτυπέω
View word page
ἀντικομίζω
ἀντικομίζω to bring back as an answer, Plut.

ShortDef

to bring back as an answer

Debugging

Headword:
ἀντικομίζω
Headword (normalized):
ἀντικομίζω
Headword (normalized/stripped):
αντικομιζω
IDX:
3229
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3230
Key:
a)ntikomi/zw

Data

{'content': 'ἀντικομίζω\n to bring back as an answer, Plut.', 'key': 'a)ntikomi/zw'}