Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀντικαλέω
ἀντικαταθνῄσκω
ἀντικαταλείπω
ἀντικαταλλάσσομαι
ἀντικατατείνω
ἀντικατηγορέω
Ἀντικάτων
ἀντίκειμαι
ἀντικελεύω
ἀντίκεντρον
ἀντικηδεύω
ἀντικηρύσσω
ἀντικλάζω
ἀντικλαίω
ἀντικνήμιον
ἀντικολάζω
ἀντικολακεύω
ἀντικομίζω
ἀντικομπάζω
ἀντικόπτω
ἀντικορύσσομαι
View word page
ἀντικηδεύω
ἀντικηδεύω to tend instead of another, τινός Eur.

ShortDef

to tend instead of

Debugging

Headword:
ἀντικηδεύω
Headword (normalized):
ἀντικηδεύω
Headword (normalized/stripped):
αντικηδευω
IDX:
3222
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3223
Key:
a)ntikhdeu/w

Data

{'content': 'ἀντικηδεύω\n to tend instead of another, τινός Eur.', 'key': 'a)ntikhdeu/w'}