Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ταξιαρχέω
ταξιάρχης
ταξιαρχία
ταξίαρχος
ταξίλοχος
ταξιόομαι
τάξις
τάξος
ταπεινός
ταπεινότης
ταπεινοφροσύνη
ταπεινόφρων
ταπεινόω
ταπείνωσις
τάπης
τάπις
ταπρῶτα
τάραγμα
ταραγμός
ταρακτικός
τάρακτρον
View word page
ταπεινοφροσύνη
ταπεινοφροσύνη τᾰπεινοφροσύνη, ἡ, lowliness, humility, NTest. from τᾰπεινόφρων

ShortDef

lowliness, humility

Debugging

Headword:
ταπεινοφροσύνη
Headword (normalized):
ταπεινοφροσύνη
Headword (normalized/stripped):
ταπεινοφροσυνη
IDX:
32121
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32158
Key:
tapeinofrosu/nh

Data

{'content': 'ταπεινοφροσύνη\n τᾰπεινοφροσύνη, ἡ,\n lowliness, humility, NTest.\n from τᾰπεινόφρων', 'key': 'tapeinofrosu/nh'}