Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ταμεσίχρως
ταμία
ταμίας
ταμιεία
ταμιεῖον
ταμίευμα
ταμιευτικός
ταμιεύω
τάμισος
Ταναγραϊκή
Ταναγραῖος
Τάναγρα
Ταναγρικός
ταναήκης
ταναίμυκος
ταναόδειρος
ταναός
ταναύπους
ταναῶπις
τανηλεγής
Τάνις
View word page
Ταναγραῖος
Ταναγραῖος Ταναγραῖος, ὁ, a man of Tanagra, Xen.
ShortDef
a man of Tanagra
Debugging
Headword:
Ταναγραῖος
Headword (normalized):
ταναγραῖος
Headword (normalized/stripped):
ταναγραιος
IDX:
32071
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32108
Key:
*tanagrai=os
Data
{'content': 'Ταναγραῖος\n Ταναγραῖος, ὁ,\n a man of Tanagra, Xen.', 'key': '*tanagrai=os'}