Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ταλαντοῦχος
ταλαός
ταλαπείριος
ταλαπενθής
ταλαρίσκος
τάλαρος
ταλασία
ταλάσιος
ταλασιουργέω
ταλασιουργικός
ταλασιουργός
ταλασίφρων
τάλας
ταλαύρινος
ταλάφρων
τᾶλις
ταμεῖον
ταμεσίχρως
ταμία
ταμίας
ταμιεία
View word page
ταλασιουργός
ταλασιουργός τᾰλᾰσι-ουργός, οῦ, ὁ, *ἔργω a wool-spinner, Plat.
ShortDef
a wool-spinner
Debugging
Headword:
ταλασιουργός
Headword (normalized):
ταλασιουργός
Headword (normalized/stripped):
ταλασιουργος
IDX:
32054
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32091
Key:
talasiourgo/s
Data
{'content': 'ταλασιουργός\n τᾰλᾰσι-ουργός, οῦ, ὁ,\n *ἔργω\n a wool-spinner, Plat.', 'key': 'talasiourgo/s'}