Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ταλαντιαῖος
τάλαντον
ταλαντοῦχος
ταλαός
ταλαπείριος
ταλαπενθής
ταλαρίσκος
τάλαρος
ταλασία
ταλάσιος
ταλασιουργέω
ταλασιουργικός
ταλασιουργός
ταλασίφρων
τάλας
ταλαύρινος
ταλάφρων
τᾶλις
ταμεῖον
ταμεσίχρως
ταμία
View word page
ταλασιουργέω
ταλασιουργέω τᾰλᾰσι-ουργέω, fut. -ήσω from τᾰλᾰσιουργός to spin wool, Xen., Luc.

ShortDef

to spin wool

Debugging

Headword:
ταλασιουργέω
Headword (normalized):
ταλασιουργέω
Headword (normalized/stripped):
ταλασιουργεω
IDX:
32052
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n32089
Key:
talasiourge/w

Data

{'content': 'ταλασιουργέω\n τᾰλᾰσι-ουργέω,\n fut. -ήσω\n from τᾰλᾰσιουργός\n to spin wool, Xen., Luc.', 'key': 'talasiourge/w'}