Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

σχηματοποιέω
σχίδαξ
σχίζα
σχίζω
σχινοκέφαλος
σχῖνος
σχίσις
σχίσμα
σχισμός
σχιστός
σχοίνινος
σχοινίον
σχοινισμός
σχοινίς
σχοινῖτις
σχοινίων
σχοινοβάτης
σχοῖνος
σχοινοτενής
σχολάζω
σχολαῖος
View word page
σχοίνινος
σχοίνινος σχοίνῐνος, η, ον σχοῖνος made of rushes, Eur.

ShortDef

made of rushes

Debugging

Headword:
σχοίνινος
Headword (normalized):
σχοίνινος
Headword (normalized/stripped):
σχοινινος
IDX:
31957
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31993
Key:
sxoi/ninos

Data

{'content': 'σχοίνινος\n σχοίνῐνος, η, ον\n σχοῖνος\n made of rushes, Eur.', 'key': 'sxoi/ninos'}