Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
σχέτλιος
σχῆμα
σχηματίζω
σχημάτιον
σχηματισμός
σχηματοποιέω
σχίδαξ
σχίζα
σχίζω
σχινοκέφαλος
σχῖνος
σχίσις
σχίσμα
σχισμός
σχιστός
σχοίνινος
σχοινίον
σχοινισμός
σχοινίς
σχοινῖτις
σχοινίων
View word page
σχῖνος
σχῖνος σχῖνος, ἡ, the mastich-tree, Lat. lentiscus, Theocr. its fruit, Hdt. a squill, = σκίλλα, Ar.
ShortDef
the mastich-tree
Debugging
Headword:
σχῖνος
Headword (normalized):
σχῖνος
Headword (normalized/stripped):
σχινος
IDX:
31952
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31988
Key:
sxi=nos
Data
{'content': 'σχῖνος\n σχῖνος, ἡ,\n the mastich-tree, Lat. lentiscus, Theocr.\n its fruit, Hdt.\n a squill, = σκίλλα, Ar.', 'key': 'sxi=nos'}