Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
σφάγιον
σφάγιος
σφαγίς
σφαδᾴζω
σφαδᾳσμός
σφάζω
σφαῖρα
σφαιρηδόν
σφαιρίζω
σφαιρικός
σφαίρισις
σφαιριστήριον
σφαιροειδής
σφαιροποιέω
σφαιρόω
σφαιρωτός
σφακελίζω
σφάκελος
σφαλερός
σφάλλω
σφαραγέομαι
View word page
σφαίρισις
σφαίρισις σφαίρισις, εως, σφαιρίζω a playing at ball, Arist.
ShortDef
a playing at ball
Debugging
Headword:
σφαίρισις
Headword (normalized):
σφαίρισις
Headword (normalized/stripped):
σφαιρισις
IDX:
31856
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31892
Key:
sfai/risis
Data
{'content': 'σφαίρισις\n σφαίρισις, εως,\n σφαιρίζω\n a playing at ball, Arist.', 'key': 'sfai/risis'}