Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συσσημαίνω
σύσσημον
συσσιτέω
συσσίτησις
συσσίτιον
σύσσιτος
συσσῴζω
σύσσωμος
συσσωφρονέω
συσταδόν
συστασιαστής
σύστασις
συστασιώτης
συστάς
συστασιάζω
συστατικός
συσταυρόομαι
συστεγάζω
συστέλλω
συστενάζω
συστένω
View word page
συστασιαστής
συστασιαστής συ-στᾰσιαστής, οῦ, ὁ, a fellow-rioter, NTest.

ShortDef

a fellow-rioter

Debugging

Headword:
συστασιαστής
Headword (normalized):
συστασιαστής
Headword (normalized/stripped):
συστασιαστης
IDX:
31806
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31842
Key:
sustasiasth/s

Data

{'content': 'συστασιαστής\n συ-στᾰσιαστής, οῦ, ὁ,\n a fellow-rioter, NTest.', 'key': 'sustasiasth/s'}