Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συσπλαγχνεύω
σύσπονδος
συσπουδάζω
συσσαίνομαι
συσσεβίζω
συσσεύω
συσσημαίνω
σύσσημον
συσσιτέω
συσσίτησις
συσσίτιον
σύσσιτος
συσσῴζω
σύσσωμος
συσσωφρονέω
συσταδόν
συστασιαστής
σύστασις
συστασιώτης
συστάς
συστασιάζω
View word page
συσσίτιον
συσσίτιον συσσί_τιον, ου, τό, mostly in pl a common meal, public mess, such as were used in Crete and Lacedaemon, Hdt., Plat., etc. a messroom, common-hall, Eur., Plat.

ShortDef

a common meal, public mess

Debugging

Headword:
συσσίτιον
Headword (normalized):
συσσίτιον
Headword (normalized/stripped):
συσσιτιον
IDX:
31800
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31836
Key:
sussi/tion

Data

{'content': 'συσσίτιον\n συσσί_τιον, ου, τό,\n mostly in pl\n a common meal, public mess, such as were used in Crete and Lacedaemon, Hdt., Plat., etc.\n a messroom, common-hall, Eur., Plat.', 'key': 'sussi/tion'}