Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συσκηνέω
συσκηνία
συσκήνια
σύσκηνος
συσκηνόω
συσκιάζω
σύσκιος
συσκοπέω
συσκοτάζω
συσκυθρωπάζω
συσπαράσσω
σύσπαστος
συσπάω
συσπειράω
συσπείρω
συσπένδω
συσπεύδω
συσπλαγχνεύω
σύσπονδος
συσπουδάζω
συσσαίνομαι
View word page
συσπαράσσω
συσπαράσσω Attic -ττω fut. ξω to tear in pieces, NTest.

ShortDef

to tear in pieces

Debugging

Headword:
συσπαράσσω
Headword (normalized):
συσπαράσσω
Headword (normalized/stripped):
συσπαρασσω
IDX:
31783
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31819
Key:
suspara/ssw

Data

{'content': 'συσπαράσσω\n Attic -ττω\n fut. ξω\n to tear in pieces, NTest.', 'key': 'suspara/ssw'}