Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
σύνορθρος
συνορίνω
σύνορκος
συνορμίζω
συνόρνυμαι
σύνορος
συνουσία
συνουσιαστής
συνουσιαστικός
συνοφρυόομαι
σύνοφρυς
συνοχέομαι
συνοχηδόν
συνοχή
σύνοχος
συνόχωκα
σύνοψις
σύν
συναγανακτέω
συναγαπάω
σύνταγμα
View word page
σύνοφρυς
σύνοφρυς σύν-οφρυς, υ, with meeting eyebrows, Theocr.
ShortDef
with meeting eyebrows
Debugging
Headword:
σύνοφρυς
Headword (normalized):
σύνοφρυς
Headword (normalized/stripped):
συνοφρυς
IDX:
31645
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31680
Key:
su/nofrus
Data
{'content': 'σύνοφρυς\n σύν-οφρυς, υ,\n with meeting eyebrows, Theocr.', 'key': 'su/nofrus'}