Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
συνοίκουρος
συνοικτίζω
συνοίομαι
συνολισθάνω
συνόλλυμι
συνολολύζω
σύνολος
συνομαίμων
συνομαλύνω
συνομαρτέω
συνομήθης
συνομῆλιξ
συνομιλέω
συνόμνυμι
συνομοιοπαθέω
συνομολογέω
συνομορέω
συνομώνυμος
συνοπαδός
σύνοπλος
συνοπτικός
View word page
συνομήθης
συνομήθης συν-ομήθης, ες = συνήθης, Anth.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
συνομήθης
Headword (normalized):
συνομήθης
Headword (normalized/stripped):
συνομηθης
IDX:
31620
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31655
Key:
sunomh/qhs
Data
{'content': 'συνομήθης\n συν-ομήθης, ες\n = συνήθης, Anth.', 'key': 'sunomh/qhs'}