Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
σύνθεσις
συνθετέος
συνθετικός
σύνθετος
συνθέω
συνθεωρέω
συνθήκη
σύνθημα
συνθηρατής
συνθηράω
συνθηρευτής
συνθηρεύω
σύνθηρος
συνθιασώτης
συνθλάω
συνθλίβω
συνθνῄσκω
συνθοινάτωρ
συνθρανόομαι
συνθραύω
σύνθρηνος
View word page
συνθηρευτής
συνθηρευτής συνθηρευτής, οῦ, ὁ, = συνθηρατής, Xen. from συνθηρεύω
ShortDef
fellow hunter
Debugging
Headword:
συνθηρευτής
Headword (normalized):
συνθηρευτής
Headword (normalized/stripped):
συνθηρευτης
IDX:
31538
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31573
Key:
sunqhreuth/s
Data
{'content': 'συνθηρευτής\n συνθηρευτής, οῦ, ὁ,\n = συνθηρατής, Xen.\n from συνθηρεύω', 'key': 'sunqhreuth/s'}