σύνθημα
σύνθημα
σύνθημα, ατος, τό,
συντίθημι
anything agreed upon, a preconcerted signal, Hdt., Thuc.; so, δέλτον ἐγγεγραμμένην ξυνθήματα having symbols inscribed upon it, Soph.
a watchword, Hdt., Thuc., etc.; σ. παρέρχεται the word is passed round, Xen.; σ. παραδιδόναι, παραγγέλλειν to pass it, Xen.
any token or sign, Soph.
= συνθῆκαι, an agreement, covenant, Plat.; σ. ποιεῖσθαι Xen.; ἀπὸ συνθήματος by agreement, Lat. ex composito, Hdt., Thuc.; so, ἐκ σ. Hdt.