Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συνθάλπω
συνθάπτω
συνθεάομαι
συνθεατής
συνθερίζω
συνθεσία
σύνθεσις
συνθετέος
συνθετικός
σύνθετος
συνθέω
συνθεωρέω
συνθήκη
σύνθημα
συνθηρατής
συνθηράω
συνθηρευτής
συνθηρεύω
σύνθηρος
συνθιασώτης
συνθλάω
View word page
συνθέω
συνθέω fut. -θεύσομαι to run together with: metaph., οὐχ ἡμῖν συνθεύσεται ἥδε γε βουλή this counsel will not run smoothly, will not succeed, for us, Od. to run together, meet in one point, Xen.

ShortDef

to run together with

Debugging

Headword:
συνθέω
Headword (normalized):
συνθέω
Headword (normalized/stripped):
συνθεω
IDX:
31532
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31567
Key:
sunqe/w

Data

{'content': 'συνθέω\n fut. -θεύσομαι\n to run together with: metaph., οὐχ ἡμῖν συνθεύσεται ἥδε γε βουλή this counsel will not run smoothly, will not succeed, for us, Od.\n to run together, meet in one point, Xen.', 'key': 'sunqe/w'}