Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
συνημερευτής
συνημερεύω
συνημοσύνη
συνήμων
συνήορος
συνηρετέω
συνηρεφής
συνησσάομαι
συνηχέω
συνθακέω
σύνθακος
συνθάλπω
συνθάπτω
συνθεάομαι
συνθεατής
συνθερίζω
συνθεσία
σύνθεσις
συνθετέος
συνθετικός
σύνθετος
View word page
σύνθακος
σύνθακος σύν-θᾱκος, ον, sitting with or together with, Ζηνὶ σύνθακος θρόνων partner with Zeus of his throne, Soph.:— generally, a partner, Eur.
ShortDef
sitting with
Debugging
Headword:
σύνθακος
Headword (normalized):
σύνθακος
Headword (normalized/stripped):
συνθακος
IDX:
31521
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31556
Key:
su/nqakos
Data
{'content': 'σύνθακος\n σύν-θᾱκος, ον,\n sitting with or together with, Ζηνὶ σύνθακος θρόνων partner with Zeus of his throne, Soph.:— generally, a partner, Eur.', 'key': 'su/nqakos'}