Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συνήδομαι
συνηδύνω
συνήθεια
συνήθης
συνήκω
συνῆλιξ
συνηλυσίη
συνημερευτής
συνημερεύω
συνημοσύνη
συνήμων
συνήορος
συνηρετέω
συνηρεφής
συνησσάομαι
συνηχέω
συνθακέω
σύνθακος
συνθάλπω
συνθάπτω
συνθεάομαι
View word page
συνήμων
συνήμων συνήμων, ον, συνίημι united.

ShortDef

united

Debugging

Headword:
συνήμων
Headword (normalized):
συνήμων
Headword (normalized/stripped):
συνημων
IDX:
31514
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31549
Key:
sunh/mwn

Data

{'content': 'συνήμων\n συνήμων, ον,\n συνίημι\n united.', 'key': 'sunh/mwn'}