Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
συνεφέπομαι
συνέφηβος
συνεφίστημι
συνέχεια
συνεχής
συνεχθαίρω
συνέχω
συνηβολέω
σύνηβος
συνηγορέω
συνηγορία
συνηγορικός
συνήγορος
συνήδομαι
συνηδύνω
συνήθεια
συνήθης
συνήκω
συνῆλιξ
συνηλυσίη
συνημερευτής
View word page
συνηγορία
συνηγορία from συνηγορέω συνηγορία, ἡ, advocacy of anotherʼs cause, a speech in his behalf, Aeschin.
ShortDef
advocacy of anotherʼs cause
Debugging
Headword:
συνηγορία
Headword (normalized):
συνηγορία
Headword (normalized/stripped):
συνηγορια
IDX:
31501
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31536
Key:
sunhgori/a
Data
{'content': 'συνηγορία\n from συνηγορέω\n συνηγορία, ἡ,\n advocacy of anotherʼs cause, a speech in his behalf, Aeschin.', 'key': 'sunhgori/a'}