Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
συνεξορμάω
συνεξωθέω
συνεοχμός
συνεπάγω
συνεπαγωνίζομαι
συνεπᾴδω
συνεπαινέω
συνέπαινος
συνεπαίρω
συνεπαιτιάομαι
συνεπαιωρέομαι
συνεπακολουθέω
συνεπαμύνω
συνεπανίσταμαι
συνεπανορθόω
συνέπειμι
συνεπεισπίπτω
συνεπεισφέρω
συνεπεκπίνω
συνεπελαφρύνω
συνεπερείδω
View word page
συνεπαιωρέομαι
συνεπαιωρέομαι Pass. to continue soaring over, Plut.
ShortDef
to continue soaring over
Debugging
Headword:
συνεπαιωρέομαι
Headword (normalized):
συνεπαιωρέομαι
Headword (normalized/stripped):
συνεπαιωρεομαι
IDX:
31387
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31422
Key:
sunepaiwre/omai
Data
{'content': 'συνεπαιωρέομαι\n Pass. to continue soaring over, Plut.', 'key': 'sunepaiwre/omai'}