Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συνεκθνῄσκω
συνεκκαίδεκα
συνεκκαίω
συνεκκλέπτω
συνεκκλησιάζω
συνεκκομίζω
συνεκκόπτω
συνεκκρούομαι
συνεκλεκτός
συνεκλύω
συνεκπέμπω
συνεκπεράω
συνεκπίνω
συνεκπίπτω
συνεκπλέω
συνεκπνέω
συνεκπονέω
συνεκπορίζω
συνεκποτέα
συνεκπράσσομαι
συνεκσῴζω
View word page
συνεκπέμπω
συνεκπέμπω fut. ψω to send out together, Xen.

ShortDef

to send out together

Debugging

Headword:
συνεκπέμπω
Headword (normalized):
συνεκπέμπω
Headword (normalized/stripped):
συνεκπεμπω
IDX:
31324
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31359
Key:
sunekpe/mpw

Data

{'content': 'συνεκπέμπω\n fut. ψω\n to send out together, Xen.', 'key': 'sunekpe/mpw'}