Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συνείρω
συνεισάγω
συνεισβαίνω
συνεισβάλλω
συνεισέρχομαι
συνεισπίπτω
συνεισπλέω
συνεισπράσσω
συνεισφέρω
συνεκβαίνω
συνεκβάλλω
συνεκβιβάζω
συνεκδημέω
συνέκδημος
συνεκδίδωμι
συνεκδύομαι
συνεκθνῄσκω
συνεκκαίδεκα
συνεκκαίω
συνεκκλέπτω
συνεκκλησιάζω
View word page
συνεκβάλλω
συνεκβάλλω fut. -βαλῶ to cast out along with, τί τινι Hdt. to assist in casting out or expelling, Xen.

ShortDef

to cast out along with

Debugging

Headword:
συνεκβάλλω
Headword (normalized):
συνεκβάλλω
Headword (normalized/stripped):
συνεκβαλλω
IDX:
31308
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31343
Key:
sunekba/llw

Data

{'content': 'συνεκβάλλω\n fut. -βαλῶ\n to cast out along with, τί τινι Hdt.\n to assist in casting out or expelling, Xen.', 'key': 'sunekba/llw'}