Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

σύνεδρος
συνεείκοσι
συνεθέλω
συνεθίζω
συνεθιστέος
συνείδησις
συνειλέω
σύνειμι
σύνειμι
συνεῖπον
συνείργνυμι
συνείρω
συνεισάγω
συνεισβαίνω
συνεισβάλλω
συνεισέρχομαι
συνεισπίπτω
συνεισπλέω
συνεισπράσσω
συνεισφέρω
συνεκβαίνω
View word page
συνείργνυμι
συνείργνυμι = συνέργω, Plut.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συνείργνυμι
Headword (normalized):
συνείργνυμι
Headword (normalized/stripped):
συνειργνυμι
IDX:
31297
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31332
Key:
sunei/rgnumi

Data

{'content': 'συνείργνυμι\n = συνέργω, Plut.', 'key': 'sunei/rgnumi'}