Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συνδυάζω
συνδυασμός
συνδυάς
συνδυαστικός
σύνδυο
συνδυστυχέω
συνδώδεκα
συνεγγίζω
συνεγγισμός
συνεγγυάω
σύνεγγυς
συνεγείρω
συνεδρεία
συνεδρεύω
συνεδρία
συνέδριον
σύνεδρος
συνεείκοσι
συνεθέλω
συνεθίζω
συνεθιστέος
View word page
σύνεγγυς
σύνεγγυς of Place, near together, Thuc., etc.; σ. ἀλλήλων or ἀλλήλοις Arist.:— τὸ σ. nearness, proximity, Arist. of Time, Arist. of Quality, οἱ σ. persons of similar rank, Arist.; ἡ σ. αἰτία the proximate cause, Arist.

ShortDef

near together

Debugging

Headword:
σύνεγγυς
Headword (normalized):
σύνεγγυς
Headword (normalized/stripped):
συνεγγυς
IDX:
31281
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31316
Key:
su/neggus

Data

{'content': 'σύνεγγυς\n of Place, near together, Thuc., etc.; σ. ἀλλήλων or ἀλλήλοις Arist.:— τὸ σ. nearness, proximity, Arist.\n of Time, Arist.\n of Quality, οἱ σ. persons of similar rank, Arist.; ἡ σ. αἰτία the proximate cause, Arist.', 'key': 'su/neggus'}