Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
συνδιαπολεμέω
συνδιαπορέω
συνδιαπράσσω
συνδιασκοπέω
συνδιαστρέφω
συνδιασῴζω
συνδιαταλαιπωρέω
συνδιατελέω
συνδιατηρέω
συνδιατρίβω
συνδιαφέρω
συνδιαφθείρω
συνδιαχειμάζω
συνδιαχειρίζω
συνδιεκπίπτω
συνδιέξειμι
συνδιημερεύω
συνδικάζω
συνδικαστής
συνδικέω
σύνδικος
View word page
συνδιαφέρω
συνδιαφέρω fut. -διοίσω to bear along with one, Luc. to bear to the end along with, help in maintaining, Hdt., Ar.
ShortDef
to bear along with one
Debugging
Headword:
συνδιαφέρω
Headword (normalized):
συνδιαφέρω
Headword (normalized/stripped):
συνδιαφερω
IDX:
31246
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31281
Key:
sundiafe/rw
Data
{'content': 'συνδιαφέρω\n fut. -διοίσω\n to bear along with one, Luc.\n to bear to the end along with, help in maintaining, Hdt., Ar.', 'key': 'sundiafe/rw'}