Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
συνδιαίτησις
συνδιαιτητής
συνδιακινδυνεύω
συνδιακομίζω
συνδιακοσμέω
συνδιάκτορος
συνδιαλλάσσω
συνδιαλύω
συνδιαμένω
συνδιαμνημονεύω
συνδιανεύω
συνδιανοέομαι
συνδιαπλέω
συνδιαπολεμέω
συνδιαπορέω
συνδιαπράσσω
συνδιασκοπέω
συνδιαστρέφω
συνδιασῴζω
συνδιαταλαιπωρέω
συνδιατελέω
View word page
συνδιανεύω
συνδιανεύω fut. σω to turn every way together, Polyb.
ShortDef
to turn every way together
Debugging
Headword:
συνδιανεύω
Headword (normalized):
συνδιανεύω
Headword (normalized/stripped):
συνδιανευω
IDX:
31233
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31268
Key:
sundianeu/w
Data
{'content': 'συνδιανεύω\n fut. σω\n to turn every way together, Polyb.', 'key': 'sundianeu/w'}