Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συναυλίζομαι
σύναυλος
συναυξάνω
σύναυλος
συναύξησις
συναφαιρέω
συναφανίζομαι
συναφίστημι
συνάχθομαι
συνδαΐζω
συνδαίνυμι
συνδαίτης
συνδαίτωρ
συνδάκνω
συνδακρύω
συνδανείζομαι
συνδειπνέω
σύνδειπνον
σύνδειπνος
συνδεκάζω
σύνδενδρος
View word page
συνδαίνυμι
συνδαίνυμι fut. -δαίσω to entertain together, σ. γάμους τινί to share a marriage feast with one, Eur.

ShortDef

to entertain together

Debugging

Headword:
συνδαίνυμι
Headword (normalized):
συνδαίνυμι
Headword (normalized/stripped):
συνδαινυμι
IDX:
31198
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31233
Key:
sundai/numi

Data

{'content': 'συνδαίνυμι\n fut. -δαίσω\n to entertain together, σ. γάμους τινί to share a marriage feast with one, Eur.', 'key': 'sundai/numi'}